Με το δικαίωμα του «κουρέματος» των καταθέσεων ακόμη και κάτω από 100.000, εάν το απαιτήσουν οι συγκυρίες, η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη διέβησαν τον Ρουβίκωνα και έθεσαν την ευρωπαϊκή οικονομία και το τραπεζικό σύστημα σε καθεστώς ανασφάλειας για τους πολίτες.
Ειδικότερα, αργά το βράδυ της Τετάρτης προς την Πέμπτη οι υπουργοί Οικονομικών κατέληξαν σε συμφωνία-συμβιβασμό, ο οποίος έχει να κάνει με τους νέους κανόνες που θα αφορούν στην εκκαθάριση των προβληματικών τραπεζών, χωρίς να προκληθεί αναταραχή και χωρίς να επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι.
«Αυτή είναι μια επιτυχία, μια σκληρά κερδισμένη επιτυχία» ανέφερε στο τέλος της μαραθώνιας συνεδρίασης, η οποία διήρκεσε περισσότερο από έξι ώρες, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Πιέρ Μοσκοβισί, κρίνοντας ότι η συμφωνία είναι «πολύ σημαντική για την οικονομική σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Την ικανοποίηση του για τη συμφωνία εξέφρασε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου και ο υπουργός Οικονομικών της Ιρλανδίας Μάικλ Νούναν, ο οποίος προήδρευσε της συνεδρίασης. «Η συμφωνία είναι ένα σημαντικό ορόσημο στις προσπάθειές μας να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ των τραπεζών και των κρατικών χρεών» ανέφερε. «Αν μια τράπεζα είναι το πρόβλημα, τώρα έχουμε ένα ενιαίο σύνολο κανόνων σε όλη την Ευρώπη για να αποφασίσει ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό» δήλωσε από την πλευρά του ο Ολλανδός πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισεμπλουμ.
Μετά την απόφαση του Ecofin τη νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη, οι καταθέτες παύουν πλέον να αντιμετωπίζονται ως ασφαλισμένοι αποταμιευτές, αλλά αναγνωρίζονται ως επενδυτές που αναλαμβάνουν ρίσκο και φέρουν ακέραια την ευθύνη των επιλογών τους. Ουσιαστικά, στην Κύπρο είχαμε την πρώτη πρόβα εφαρμογής αυτών των νέων αρχών και κανόνων στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Μέρκελ και Σόιμπλε, αφού έσωσαν το 2009 τις προβληματικές και γεμάτες τοξικά περιφερειακές γερμανικές τράπεζες χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που τους έδινε ο έλεγχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αποφάσισαν ότι δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες που πιθανώς θα εκτεθούν στο άμεσο μέλλον σε αντίστοιχα προβλήματα. Τον Μάρτιο έκριναν ότι η Κύπρος και όσα τη συνοδεύουν προσέφεραν την ευκαιρία της πρώτης εφαρμογής των νέων κανόνων που θα διέπουν στο εξής τον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα.
Έπειτα από όλα αυτά, είναι φανερό ότι οι μεγάλες θεμελιώδεις αλλαγές του οικονομικού τομέα ήρθαν ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η οποία εξελίσσεται αδιάκοπα από το 2007 και εντεύθεν. Οι αποταμιευτές και οι καταθέτες θα χάσουν σταδιακά την ασφάλειά τους και θα μετατραπούν σε επενδυτές. Θα φέρουν οι ίδιοι την ευθύνη των επιλογών τους και θα γνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να χάσουν χρήματα από λανθασμένες τοποθετήσεις.
Με άλλα λόγια, το επιτόκιο δεν θα αποτελεί το μόνο κριτήριο. Οι καταθέτες θα πρέπει να ελέγχουν προηγουμένως την υγεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, την ποιότητα των χαρτοφυλακίων τους και, βεβαίως, τη διαχειριστική ικανότητα των διοικήσεών τους. Υψηλό επιτόκιο θα παραπέμπει πιθανώς και σε υψηλό κίνδυνο, ενώ οι τοποθετήσεις σε μια χώρα με αδιαφανή οικονομικά στοιχεία θα θεωρούνται παρακινδυνευμένες. Έτσι, χώρες με προβληματικό πιστωτικό τομέα θα απειλούνται ανά πάσα στιγμή, κάτι που σημαίνει ότι το χρήμα θα αρχίσει να συσσωρεύεται στις ασφαλέστερες χώρες και στα υγιέστερα πιστωτικά ιδρύματα.
Αυτή η νέα συνθήκη αναμένεται να μεταφέρει πίεση συνολικά στον τραπεζικό τομέα. Εξάλλου, είναι κοινή πεποίθηση ότι στη νέα εποχή ο τραπεζικός κλάδος θα συρρικνωθεί και ο ρόλος των τραπεζών στη χρηματοδότηση των οικονομιών θα περιορισθεί σημαντικά. Οι κεφαλαιούχοι από τη στιγμή που θα νιώσουν ανασφαλείς θα μετακινηθούν και θα αναζητήσουν τα περισσότερα κέρδη αλλού. Η εξατομίκευση της ευθύνης θα αλλάξει καθοριστικά την επενδυτική τους συμπεριφορά και θα μεταφέρει κεφάλαια έξω από τις τράπεζες.
Επίσης, οι αλλαγές που επέρχονται στην εποπτεία των τραπεζών και στις αμοιβές των στελεχών θα καταστήσουν τη δραστηριότητα λιγότερο επικερδή. Ήδη τα βασικά κεφάλαια (σ.σ.: τα κεφάλαια που αντισταθμίζουν τα σταθμισμένα με κινδύνους στοιχεία του ενεργητικού των τραπεζών) υπερδιπλασιάζονται και από 2%-3% ανεβαίνουν σε 8%-9%, με αποτέλεσμα να χρειάζονται πολύ περισσότερα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Επιπλέον και συνδυαστικά με τα προηγούμενα, ο έλεγχος των μπόνους των τραπεζικών στελεχών - οι διοικήσεις θα έχουν δικαίωμα να εγκρίνουν μόνο έναν μισθό μπόνους, ο δεύτερος θα απαιτεί έγκριση από τις γενικές συνελεύσεις - και συνολικά των αμοιβών που θα λαμβάνουν οι διαχειριστές κεφαλαίων θα ρίξει τον πυρετό της μόχλευσης και της αλόγιστης πιστωτικής επέκτασης.
Αναγκαστικά, λοιπόν, από τη στιγμή που οι τράπεζες θα γίνουν πιο σφιχτές και φειδωλές στη χορήγηση δανείων, οι επιχειρήσεις θα αναζητήσουν σχέση και θα διεκδικήσουν χρηματοδοτικά κεφάλαια απευθείας από τις αγορές. Νέοι τρόποι και νέα εργαλεία χρηματοδότησης θα αναδειχθούν. Κατά τους τραπεζίτες, στη νέα εποχή θα ανθήσουν τα εταιρικά ομόλογα, τα εμπορικά γραμμάτια, οι προεξοφλητικές πράξεις, οι επενδυτικές εταιρείες, οι τράπεζες ειδικού σκοπού και τα σχήματα που θα αποτιμούν τους κινδύνους.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ μόνο το 22% της συνολικής χρηματοδότησης είναι τραπεζικό. Το υπόλοιπο 78% προέρχεται από άλλες πηγές και χρηματοδοτικά σχήματα. Μπορεί να διεκπεραιώνεται από το τραπεζικό σύστημα, αλλά δεν είναι τραπεζική. Ως προς το σκέλος αυτό, το νέο χρηματοπιστωτικό μοντέλο που προωθούν οι Γερμανοί έρχεται πιο κοντά στο αμερικανικό, με τη διαφορά ότι αυτό των ΗΠΑ είναι συνολικά πιο ευέλικτο. Η νομισματική πολιτική δεν δεσμεύεται από δόγματα, δεν ορίζεται αποκλειστικά από τον νομισματικό στόχο όπως στην Ευρωζώνη, λαμβάνει υπ' όψιν την απασχόληση και την ανάπτυξη της οικονομίας, γίνεται ενεργή και δυναμική, προκειμένου να αποτρέψει την απειλή της ύφεσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου